Ένας πρώτος απολογισμός: απόρριψη και δυσπιστία

Το πρώτο και καθοριστικό συμπέρασμα από τις ευρωπαϊκές εκλογές είναι η ενίσχυση των φυγόκεντρων τάσεων απέναντι στη γερμανική Ευρώπη. Παντού, από τη Βρετανία έως την Ιταλία και την Ελλάδα, από την Ισπανία έως την Ουγγαρία και τη Φιλανδία, ενισχύθηκαν οι τάσεις προς την προτεραιότητα της εθνικής αυτονομίας έναντι μιας Ευρώπης που έχει μπει κάτω από τον ζουρλομανδύα της Μέρκελ και τη στρατηγική της λιτότητας. Στη Βρετανία ο κλασσικός βρετανικός απομονωτισμός ξεπέρασε κάθε προηγούμενο και εκφράστηκε με τη μεταβολή του «ανεξαρτησιακού» κόμματος σε πρώτη δύναμη στις ευρωεκλογές. Στη Γαλλία η χαβιαριστερά των σοσιαλιστών, αλλά και η ευρωπαϊστικη «αριστερά» του Μελανσόν, ηττήθηκαν κατά κράτος μπροστά στη Λεπέν που εμφανίζεται ως υποστηρικτής της γαλλικής ανεξαρτησίας απέναντι στη Γερμανία. Στην Ιταλία ο Πέπε Γκρίλλο και το «κόμμα των πέντε αστέρων», παρά την υστερική φύση του αρχηγού του αναδείχθηκε σε δεύτερο κόμμα. Στις περισσότερες χώρες της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης, την Αυστρία, τη Φιλανδία, την Ουγγαρία, θριάμβευση η ξενοφοβική δεξιά. Ακόμα και στην ίδια τη Γερμανία ενισχύθηκαν οι «εναλλακτικοί» για τη Γερμανία που υποστηρίζουν την αποχώρηση από το ευρώ, ενώ και το ναζιστικό NΡD εξέλεξε για πρώτη φορά ευρωβουλευτή.Τέλος στην Ελλάδα, ενισχύθηκε τόσο η ναζιστική δεξιά της Χ.Α. όσο και η αριστερά ­– ο Σύριζα και το ΚΚΕ- που αμφισβητούν την γερμανική ηγεμονία. Στην Ισπανία τέλος, τα δύο μεγάλα ευρωπαϊστικά κόμματα οι σοσιαλιστές και το λαϊκό κόμμα, έχασαν το 40% της δύναμής τους και ενισχύθηκαν οι μικρότεροι σχηματισμοί, η αριστερά που τριπλασίασε τη δύναμή της και κυρίως οι αγανακτισμένοι του Podemos, που μπήκαν στο ευρωκοινοβούλιο με 5 έδρες. Τέλος στην Ιρλανδία, ενισχύθηκε η πολιτική πτέρυγα του ΙΡΑ το Σιν Φέιν. Aν θέλαμε μάλιστα να κάνουμε μια τυπολογία αυτής της αντιγερμανικής και «αντιευρωλιγούρικης» ψήφου, θα λέγαμε πως στο Νότο της Ευρώπης ενισχύθηκε περισσότερο μια αριστερή αντισυστημική ψήφος, ενώ στο Βορρά και την Ανατολική Ευρώπη μια δεξιά και ακροδεξιά.
Η παρά φύσιν ανάδυση της Χ.Α.

H Ελλάδα αποκλίνει σε μεγάλο βαθμό από την ευρωπαϊκή ψήφο ακριβώς λόγω της έκτασης της κρίσης και των ιδιαιτεροτήτων της χώρας μας. Η έκταση της κρίσης υπήρξε τέτοια ώστε συρρίκνωσε αποφασιστικά τη λεγόμενη κεντροαριστερά, η οποία στο σύνολό της (ΕΛΙΑ, ΠΟΤΑΜΙ και ΔΗΜΑΡ) περιορίστηκε στο 15-16% σε αντίθεση με την ηγεμονική της παρουσία σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης στο 40-45%. Η κυβερνώσα δεξιά υπέστη επίσης κατακερματισμό και συρρίκνωση μια και περιορίστηκε με τη σειρά της στο 22% των ψήφων. Παράλληλα ενισχύθηκαν οι αντισυστημικές και αντιγερμανικές τάσεις με κυρίαρχη την επιβεβαίωση του ΣΥΡΙΖΑ που σταθεροποίησε τα ποσοστά του Ιουνίου του 2012 και την ενίσχυση της Χ.Α. στο 9,5%.
Το γεγονός ότι στην Ελλάδα παρά την έκταση της κρίσης η λεγόμενη αντισυστημική ψήφος διαμοιράστηκε σε δύο μεγάλες κατευθύνσεις (ΣΥΡΙΖΑ και Χ.Α.) καθώς και σε μία πληθώρα μικρότερων σχηματισμών (ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΕΠΑΜ, Οικολόγοι κλπ) ή από την αντίθετη κατεύθυνση (ΛΑΟΣ, Πολύδωρας,κ.λπ.), είναι συνέπεια των ελληνικών ιδιαιτεροτήτων.
Η διάσπαση της «αντιμνημονιακής» ψήφου σε δύο μεγάλες κατευθύνσεις, η οποία δεν διαπιστώνεται σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, αποτελεί συνέπεια της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Του γεγονότος δηλαδή ότι η Ελλάδα, μαζί με την Κύπρο, αποτελούν τις μόνες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν πρόβλημα εθνικής επιβίωσης και απειλούνται στην ίδια τους την υπόσταση. Στον βαθμό λοιπόν που η αριστερά, η οποία είναι ο κύριος υποδοχέας της διαμαρτυρίας απέναντι στην κοινωνική και οικονομική κρίση, αγνοούσε και υποτιμούσε τα εθνικά θέματα – ή ακόμα χειρότερα, οι εθνομηδενιστικές της πτέρυγες, συνηγορούσαν υπέρ της «ελληνοτουρκικής» φιλίας ή των «ανοικτών συνόρων» προς τους μετανάστες – δημιούργησε τις συνθήκες γι’ αυτόν τον βαθύτατο διχασμό: Αντί να ενσωματώσει την εθνική/πατριωτική διάσταση στην κοινωνική και οικολογική ευαισθησία απέρριπτε την πρώτη για να κρατήσει μόνο τη δεύτερη.
Έτσι, όπως έχουμε καταδείξει χιλιάδες φορές, επέτρεψε σε ένα φασιστικό γκρουπούσκουλο να μετατραπεί σε πολιτική δύναμη και να δώσει στην ακροδεξιά ένα δήθεν αντισυστημικό και πατριωτικό μανδύα. Είναι χαρακτηριστικό πως σε απόλυτη ομοφωνία με τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, τη ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ, η Αριστερά προβάλλει ως βασική αιτία ενίσχυσης της Χ.Α. τον «εθνικισμό» του Σαμαρά, του «Δικτύου 21» κ.ά,(!) και όχι τον εθνομηδενισμό που είχε καταστεί ηγεμονικός την τελευταία εικοσαετία στην Ελλάδα.
Εξ αιτίας αυτού του διχασμού, ο ΣΥΡΙΖΑ παρ’ ότι διατήρησε τα ποσοστά του των εκλογών του 2012, δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα ευρύτερο ρεύμα που θα του επέτρεπε να διεκδικήσει με αξιώσεις την ανατροπή του κυρίαρχου κυβερνητικού συνασπισμού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στο σταυροδρόμι

Τις βαθύτερες αιτίες αυτού του δισταγμού του λαϊκού σώματος, μπορεί να τους διαγνώσει δια γυμνού οφθαλμού ο οποιοσδήποτε, και η ίδια ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, αρκεί να παρατηρήσει την σειρά με την οποία εκλέγονται οι ευρωβουλευτές της –από τον παλιό Συνασπισμό εκλέγεται μόνο ο Παπαδημούλης– ενώ από τους έξι οι τρεις (Σακοράφα, Κατρούγκαλος, Χρυσόγονος, είναι πασοκογενείς και εμφανίζονται ως πατριωτικών αποκλίσεων), ο δε Γλέζος αποτελεί το σύμβολο της πατριωτικής αριστεράς. Άλλη, απολύτως χαρακτηριστική ένδειξη, είναι η εκλογή του Καρυπίδη, ο οποίος είχε αποκλειστεί ως «εθνικιστής και αντισημίτης», με συντριπτικά ποσοστά ως περιφερειάρχη Δυτικής Μακεδονίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές και στην περιφέρεια της Αττικής, όπου η γενική πολιτική διάσταση κυριαρχούσε έναντι της τοπικοπεριφερειακής, αλλά ταυτόχρονα δεν κατόρθωσε ούτε να ανεβάσει το ποσοστά του, ούτε να επιτύχει σημαντικά κέρδη σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Έτσι, ναι μεν υποσκέλισε στο γενικό επίπεδο τη Ν.Δ., αλλά ταυτόχρονα δεν κατόρθωσε να διαμορφώσει πλειοψηφικό ρεύμα. Κατά συνέπεια, βρίσκεται μπροστά σ’ ένα δίλημμα: Είτε να διαμορφώσει αυτό το ρεύμα μετασχηματίζοντας την ίδια τη ιδεολογία και το προφίλ του σε μια αντισυστημική πατριωτική κατεύθυνση, αναγκαία προϋπόθεση για μια τέτοια πλειοψηφία, είτε να προσπαθήσει να κυριαρχήσει δολιχοδρομώντας ανάμεσα στις σκοπέλους του συστήματος. Στη δεύτερη περίπτωση, θα πρέπει να συμβιβαστεί με τα μεγάλα συμφέροντα μέσα και έξω από τη χώρα, και να δημιουργήσει τους όρους για συμμαχίες με άλλες πολιτικές δυνάμεις –της συστημικής κεντροαριστεράς ή ακόμα και δεξιάς– για να αποκτήσει τη δυνατότητα μιας εκλογικής επικράτησης. Και όλες οι σχέσεις με την «αμερικανική αριστερά» από τον Όλιβερ Στόουν μέχρι το Βαρουφάκη, η προσέγγιση με τον ΓΑΠ δια μέσου της πληθώρας των συμβούλων, που έχουν μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ, και η ενίσχυση του μεσοστρωματικού χαρακτήρα της ηγεσίας του κόμματος, προδιαθέτουν για μια τέτοια κατεύθυνση. Σε μια τέτοια περίπτωση θα είναι υποχρεωμένοι να συνδιαλλαγούν και να συναλλαγούν με το ΠΑΣΟΚ, το ΠΟΤΑΜΙ και τους σπόνσορές τους, για να διασφαλίσουν την πλειοψηφία.
Αντίθετα ένα παλλαϊκό εαμικό κίνημα θα σάρωνε όλα τα συστημικά αναχώματα και θα μετασχημάτιζε την ίδια την κοινωνική και πολιτική απεύθυνση του κόμματός.
Και δυστυχώς δεν είμαστε πολύ αισιόδοξοι για κάτι τέτοιο. Διότι, αν αυτό δεν έγινε το 2012, όταν το σύστημα ήταν πολύ πιο αιφνιδιασμένο, οι Χριστόπουλοι, οι Λιάκοι και οι Βαρουφάκηδες ήταν ακόμα στην κοιτίδα τους του Σημίτη και του ΓΑΠ, ενώ η λαϊκή αγανάκτηση βρισκόταν στο ζενίθ, θα μπορέσει να γίνει άραγε σήμερα;
Εμείς πάντως, δεν θα πάψουμε να το ευχόμαστε γιατί θα συνιστούσε μια επιτάχυνση των αναπόφευκτων ιστορικών εξελίξεων που οδηγούν στη διαμόρφωση ενός πατριωτικού,δημοκρατικού, κοινωνικού και οικολογικού μετώπου.
Το μνημονιακό στρατόπεδο

Αντίθετα ο Σαμαράς πρέπει να είναι απολύτως ευτυχής με τα αποτελέσματα των εκλογών, δεδομένου ότι φοβόταν τα χειρότερα και την άμεση κατάρρευσή του, στην περίπτωση που η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη, και το κόμμα του θα βυθιζόταν πιο κάτω από το 22,7% που εν τέλει απέσπασε. Επιπλέον, η πτώση του ΠΑΣΟΚ σε διαχειρίσιμο επίπεδο, η κατάρρευση της ΔΗΜΑΡ που ήθελε να εμφανιστεί ως αντικυβερνητικός πόλος της «κεντροαριστεράς» και η ανάδειξη ενός νέου μπαλαντέρ όπως το ΠΟΤΑΜΙ, αποτελούν στοιχεία που μπορούν να επιτρέψουν έστω για ένα μικρό διάστημα ακόμα την επιβίωση του κυβερνητικού σχηματισμού.
Δεν ευοδώθηκε η απόπειρα της πυροδότησης μιας άμεσης κρίσης στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, από την πλευρά του ΓΑΠ και της ΔΗΜΑΡ, την οποία ευελπιστούσε και ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αντίθετα είναι δυνατόν και μάλλον βέβαιο ότι θα προστεθούν νέα κοινοβουλευτικά δεκανίκια στο εξασθενημένο κυβερνητικό στρατόπεδο, που θα προέλθουν από τη διάλυση της ΔΗΜΑΡ και ίσως από μια πιθανή κρίση των ΑΝΕΛ.
Η αποφυγή πλήρους κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ, δίνει τη δυνατότητα στο σύστημα όχι μόνο να κερδίσει χρόνο στη συνολική κυβερνητική στρατηγική, αλλά και να δρομολογήσει εξελίξεις για την ανασυγκρότηση της «κεντροαριστεράς». Και αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους: Ο πρώτος είναι η σταδιακή μεταβολή του ΣΥΡΙΖΑ στη νέα «κεντροαριστερά», κατεύθυνση που προδιαγράφεται εν μέρει από την εκλογική ενίσχυση των πασοκογενών του ΣΥΡΙΖΑ και της Δούρου στην περιφέρεια Αττικής, είτε μέσα από τη διαμόρφωση ενός νέου «κεντροαριστερού» πόλου μεταξύ ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙΟΥ και υπολειμμάτων της ΔΗΜΑΡ, είτε –όπερ και το πιθανότερο– μέσα από ένα συνδυασμό και των δύο. Η διαμόρφωση εξάλλου ενός «κεντροαριστερού» πόλου από τις παραδοσιακές μνημονιακές δυνάμεις θα αποτελεί τον μοχλό για τον έλεγχο του ΣΥΡΙΖΑ και των εξελίξεων στο εσωτερικό του.
Το μόνο κόμμα το οποίο παρ’ όλο το συγκεχυμένο χαρακτήρα του εκφράζει μια πατριωτική και ταυτόχρονα αντιμνημονιακή και δημοκρατική κατεύθυνση είναι οι ΑΝΕΛ. Γι’ αυτό, και είναι λυσσαλέα και επίμονη η προσπάθεια να εξαφανιστεί από το πολιτικό σκηνικό. Όπως είχαμε τονίσει τρεις μέρες πριν, «ένα τέτοιο κόμμα, σε συμμαχία με όποιες πατριωτικές δυνάμεις υπάρχουν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μεγάλο πρόβλημα για όσους απεργάζονται τη συστημική ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ . Και παρότι η ηγεσία των ΑΝΕΛ… δίνει πολύ συχνά μια αίσθηση αλαλούμ, αποτελεί παρόλα ταύτα έναν πόλο πατριωτικό και αυθεντικά αντιμνημονιακό! Είναι εξαιρετικά σημαντική η επιβίωση/μετασχηματισμός των ΑΝΕΛ . Διότι οι ΑΝΕΛ, δεν έχουν πλέον μέλλον ως κόμμα της “λαϊκής δεξιάς, αλλά θα πρέπει να μετασχηματιστούν πραγματικά σε “Ανεξάρτητους Έλληνες”, αν θέλουν να επιβιώσουν.» Αυτή μας η προεκλογική διαπίστωση επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά στις ψήφους που έλαβαν οι υποψήφιοι ευρωβουλευτές της.
Προηγούνται οι Μαριάς, ΡωμανιάςΖουράριςΓεωργαντάΜαρκάτος, κ.λπ. ενώ στους πρώτους ψηφισθέντες δεν περιλαμβάνεται κανένας προερχόμενος από την παραδοσιακή δεξιά.
Κάτω από το 3%

Από τα σαράντα κόμματα και κομματίδια που κατέβηκαν σε αυτές τις ευρωεκλογές, τα τριάντα τρία, έλαβαν ποσοστό κάτω του 3% , συγκεντρώνοντας όμως ένα σχετικά σημαντικό ποσοστό των εκλογέων – μία ακόμα ένδειξη για την έλλειψη μεγάλων και πλειοψηφικών ρευμάτων στην ελληνική κοινωνία. Θα λέγαμε πως οι κυβερνητικοί αποδοκιμάστηκαν αλλά οι αντικυβερνητικοί δεν έπεισαν με αποτέλεσμα να επιταθεί η διασπορά και η διάχυση. Εντυπωσιακό είναι το ποσοστό που καταφέρνει να αποσπάσει ο Καρατζαφέρης, με το 2,7% που κέρδισε σε μια προεκλογική εκστρατεία ολίγων εβδομάδων, λειτουργώντας ως μια εν δυνάμει εφεδρεία της κυβερνητικής δεξιάς. Σημαντικό επίσης και ανέλπιστο ήταν το ποσοστό του Χατζημαρκάκη, μιας αστείας προσωπικότητας, που όμως κατόρθωσε να ξεπεράσει τον ακόμα πιο αστείο Τζήμερο και άλλους Σκυλακάκηδες. Οι Οικολόγοι Πράσινοι, στους οποίους επιχειρήθηκε μία στροφή έξω από τα παραδοσιακά μονοπάτια του εθνομηδενιστικού ευρωπαϊσμού τους, εν τέλει διασπάστηκαν, εμφανίστηκαν με δύο ψηφοδέλτια, και προβάλλοντας ένα εντελώς συγκεχυμένο προφίλ απέτυχαν και στις δύο εκδοχές τους (συγκεντρώνοντας 0,9% και 0,5% αντίστοιχα). Τα λεγόμενα «κόμματα της δραχμής», «Σχέδιο Β, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΕΠΑΜ, ΔΡΑΧΜΗ», κλπ, στο προνομιακό γι’ αυτά πεδίο των ευρωεκλογών, δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν το 2,5%, στο σύνολό τους, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά πως η «επαναστατική» πλειοδοσία σε μία κατεύθυνση που δεν έχει καμία σχέση με τις γεωπολιτικές πραγματικότητες της χώρας, δεν έχει καμία πιθανότητα πλέον.
Το μέτωπο

Η συγκρότηση του πατριωτικού- κοινωνικού- οικολογικού και δημοκρατικού μετώπου που έχει ανάγκη η χώρα θα μπορούσε να επιταχυνθεί εάν υπήρχε ένας διακριτός ιδεολογικοπολιτικός πόλος ικανός να επιταχύνει τις εξελίξεις στο ΣΥΡΙΖΑ και στην πολιτική ζωή της χώρας γενικά. Κατά τον ίδιο τρόπο που οι εσωτερικοί «ελεγκτές» της πολιτικής ορθότητας θεωρούν αποφασιστικής σημασίας, την ύπαρξη κομμάτων της συστημικής κεντροαριστεράς, για να μπορούν να ελέγχουν τόσο τη δεξιά (βλέπε συγκυβέρνηση) όσο και την αριστερά (ιδεολογικά και πολιτικά), η ύπαρξη ενός αντισυστημικού πατριωτικού πόλου θα μπορούσε να επηρεάσει καθοριστικά τις εξελίξεις στο σύνολο της αριστεράς αλλά και της κοινωνίας γενικότερα και να αφαιρέσει ταυτόχρονα το έδαφος κάτω από τα πόδια του ναζιστικού μορφώματος.
Γι’ αυτό, και οι αντίπαλοί μας κάνουν ότι μπορούν για να μην συγκροτηθεί τέτοιος πόλος (συκοφαντώντας προβοκάροντας, αποκλείοντας, προβάλλοντας τις πιο αστείες και ελεγχόμενες μορφές αυτού του χώρου έτσι ώστε να μείνει ανήμπορος μεταξύ του αντιφατικού χαρακτήρα των ΑΝΕΛ, και του …. «Σχεδίου Β» του Αλαβάνου. Προφανώς λοιπόν, για άλλη μια φορά αυτό το αίτημα τίθεται ακόμα πιο επιτακτικά. Και την επόμενη περίοδο θα πρέπει να παλέψουμε γι’ αυτό, αξιοποιώντας και δυνάμεις που αναδύθηκαν τόσο μέσα από τις αυτοδιοικητικές, όσο και τις ευρωπαϊκές εκλογές. Αλλά σε αυτό το ζήτημα θα χρειαστεί να επανέλθουμε τις επόμενες ημέρες.

Ευρωεκλογές 2014: τα αποτελέσματα και η σημασία τους για τη χώρα, Εκδήλωση Άρδην, Αθήνα 28/5


Ευρωεκλογές 2014: μπροστά στην κάλπη

Τρία κόμματα, μια επιλογή;
Τρία κόμματα, δύο κατευθύνσεις, ερίζουν για τη μελλοντική συμμετοχή τους σε κάποια νέα πιθανή πολιτική συμμαχία, σε περίπτωση που οι αντιμνημονιακές δυνάμεις κυριαρχήσουν στο πολιτικό σκηνικό την επόμενη περίοδο: Οι ΑΝΕΛ, από την αρχή της δημιουργίας τους, τοποθετήθηκαν ενάντια στις μνημονιακές δυνάμεις και εμφανίζονταν ως ένας πιθανός πολιτικός εταίρος του ΣΥΡΙΖΑ, σε περίπτωση ανατροπής. Από πέρυσι τον Ιούνιο, όταν αποχώρησε από την τρικομματική κυβέρνηση, εμφανίζεται ως αντιμνημονιακή και η ΔΗΜΑΡ του Κουβέλη, της Ρεπούση, του Παπαδόπουλου κ.ά. Τέλος, πρόσφατα αναδείχτηκε σε ρόλο μπαλαντέρ το «Ποτάμι».

Αυτές οι δυνάμεις, η πρώτη πατριωτική, έστω και αν είναι συχνά αρκετά χαώδης, και οι άλλες στον ιδεολογικό, πολιτικό και «αισθητικό» πυρήνα του εθνομηδενιστικού στρατοπέδου, σηματοδοτούν δύο διαμετρικά αντίθετες δυνατότητες και πιθανότητες συμμαχιών για την ηγεμονική δύναμη του αντιμνημονιακού στρατοπέδου, τον ΣΥΡΙΖΑ.

Γι’ αυτό και οι συστημικές δυνάμεις ενισχύουν με όλα τα μέσα τη ΔΗΜΑΡ – και, εσχάτως, το Ποτάμι. Η ΔΗΜΑΡ, ένα κόμμα που επιβιώνει παρά την προφανή έλλειψη λαϊκής βάσης, όσο περισσότερο συρρικνώνεται, τόσο περισσότερο ενισχύεται. Απολαμβάνει υπέρμετρη προβολή, ενώ πρόσφατα μετακινήθηκαν προς αυτό εκατοντάδες στελέχη του ΠΑΣΟΚ και όχι μόνο της «γεωργακικής» πτέρυγας –Κοππά, Καστανίδης κ.λπ.– αλλά και άλλων ομάδων, όπως οΣτέφανος Μανίκας κ.ά! Μάλιστα, το σύστημα φρόντισε να περιορίσει τις τάσεις φυγής –Ψαριανός, Λυκούδης, Παπαδόπουλος και άλλοι, που ήταν έτοιμοι να αποχωρήσουν– έτσι ώστε να συντηρηθεί ως πιθανός κυβερνητικός σύμμαχος του ΣΥΡΙΖΑ σε εθνομηδενιστική, συστημική κατεύθυνση. Ακόμα περισσότερο, ο Κουβέλης προσπαθεί να διεκδικήσει μια πιθανή θέση υποψηφίου για την Προεδρία της Δημοκρατίας, ως σημείο σύγκλισης όλων των εθνομηδενιστικών δυνάμεων – παράλληλα και δίπλα στον εκλεκτό άλλων ομάδων του συστήματος και του ΣΥΡΙΖΑ, τον Νίκο Κωνσταντόπουλο. 

Επειδή όμως η κυβερνητική «κεντροαριστερά» συρρικνώνεται ταχύτατα, οι συστημικές δυνάμεις έκαναν ό,τι μπορούσαν για να επιτύχουν την κατασκευή ενός «φρέσκου» σχήματος που θα προσέφερε νέο αίμα σε ένα φθαρμένο συγκρότημα. Και έκαναν πολλές απόπειρες για κάτι τέτοιο. Ας θυμηθούμε το σχήμα «Φλωρίδη-Απόστολου Δοξιάδη», με σπόνσορες τον Σημίτη, τον Ράμφο, την Καθημερινή και άλλα συγκροτήματα, πριν δύο ή τρία χρόνια. Αλλά ήταν πολύ νωρίς ακόμα, και πολύ φθαρμένα τα υλικά. Ακολούθησε, πρόσφατα, η αγωνιώδης προσπάθεια των «58», με τους ίδιους σπόνσορες και την τεράστια μηντιακή προβολή, από ΝΕΑ, ΒΗΜΑ, Έθνος, MEGA, κ.λπ., η οποία όμως επίσης απέτυχε, τόσο λόγω φθοράς υλικών, όσο και της αντίθεσης του Κουβέλη, που είχε ήδη είχε βάλει ρότα για τον ΣΥΡΙΖΑ και την… προεδρία. Έτσι έγινε η τελευταία απόπειρα, με το ΠΟΤΑΜΙ, από τους ίδιους ακριβώς σπόνσορες –ο Ράμφος βγήκε και ανοικτά να το στηρίξει στο Mega–, αποκλείοντας εντελώς τους απαξιωμένους πολιτικούς και ποντάροντας στο «κεντρο-αριστερό» λάιφ στάιλ, το οποίο είναι πολύ ισχυρότερο από τις απόψεις και τους πολιτικούς ενός ευτελισμένου και ολοκληρωτικά φθαρμένου πολιτικού χώρου. Και επειδή είναι γνωστό πως, όταν καταρρέει ένα ιδεολογικό σύστημα, οι συμπεριφορές και ο τρόπος ζωής που το εκφράζουν καταρρέουν τελευταίες, γι’ αυτό ο «φιλόσοφος» Ράμφος και ο «πολιτικός» Σημίτης αναγκάστηκαν να κρυφτούν πίσω από τον «απολίτικο» στυλίστα του εθνομηδενισμού, Σταύρο. Και φαίνεται πως το εγχείρημα αποδίδει, εν μέρει, τουλάχιστον, ψαλιδίζοντας τις αντιμνημονιακές δυνάμεις και ανασταίνοντας την «κεντροαριστερά ευαισθησία», με ένα σχήμα «που δεν παίρνει θέση», και άρα μπορεί να είναι μπαλαντέρ προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, είτε προς τους κυβερνητικούς είτε τους αντικυβερνητικούς.

Παράλληλα, οι ίδιες δυνάμεις κάνουν ό,τι μπορούν για να διαλυθούν οι ΑΝΕΛ και να μην υπάρχει πατριωτικός αντιμνημονιακός χώρος, που θα μπορούσε να ελέγξει σε κυβερνητικό επίπεδο και στη Βουλή, έστω εν μέρει, τον εθνομηδενισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα τέτοιο κόμμα, σε συμμαχία με όποιες πατριωτικές δυνάμεις υπάρχουν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μεγάλο πρόβλημα για όσους απεργάζονται μια συστημική ενσωμάτωσητου ΣΥΡΙΖΑ – κατ’ εξοχήν μέσω της ευρωλαγνείας ενός μεγάλου τμήματός του και των θέσεων του για τα εθνικά θέματα, το μεταναστευτικό κ.λπ. Και παρότι η ηγεσία των ΑΝΕΛ δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα συνεκτικό πολιτικό σχήμα και δίνει πολύ συχνά μια αίσθηση αλαλούμ, δεν παύει να αποτελεί έναν πόλο πατριωτικό και αυθεντικά αντιμνημονιακό!

Είναι προφανές, λοιπόν, πως για τις αντισυστημικές αντιμνημονιακές δυνάμεις είναι αποφασιστικής σημασίας η οριστική εξαφάνιση του ιδεολογικού πόλου του εθνομηδενισμού, της ΔΗΜΑΡ, και ο άμεσος περιορισμός της επιρροής του κόμματος του λάιφ στάιλ του εθνομηδενισμού, δηλαδή του «Ποταμιού».

Παράλληλα, είναι εξαιρετικά σημαντική η επιβίωση/μετασχηματισμός των ΑΝΕΛ. Διότι οι ΑΝΕΛ, με τη συρρίκνωση που έχουν υποστεί –τη διατήρηση της επιρροής της «Χρυσής Αυγής», τη συντήρηση μιας κάποιας δύναμης από τον Καρατζαφέρη και τον Πολύδωρα–, δεν έχουν πλέον μέλλον ως κόμμα της «λαϊκής δεξιάς», αλλά θα πρέπει να μετασχηματιστούν πραγματικά σε «Ανεξάρτητους Έλληνες», αν θέλουν να επιβιώσουν. Γι’ αυτό και στο Ευρωψηφοδέλτιό τους περιέλαβαν τον Ρωμανιά, τη Γεωργαντά, τον Σγουρίδη, τον Μαριά, τον Ζουράρι και άλλους προερχόμενους και από την Αριστερά και από το ΠΑΣΟΚ, με μόνη κοινή συνισταμένη την αντιμνημονιακή και πατριωτική κατεύθυνση. Και όσο το κόμμα αυτό θα βαδίζει προς αυτή την κατεύθυνση –η μόνη εφικτή αν θέλει να διασωθεί–, τόσο θα απομακρύνονται διάφοροι παραδοσιακοί δεξιοί πολιτικάντηδες, που θα τείνουν να επιστρέψουν στη Νέα Δημοκρατία, όπως έκανε ήδη ο Μαρκόπουλος. Βέβαια, η τύχη του σχήματος αυτού δεν έχει ακόμα τελεσίδικα σφραγιστεί, ωστόσο είναι το μόνο ταυτόχρονα αντιμνημονιακό και πατριωτικό πολιτικό σχήμα που διαθέτουμε αυτή τη στιγμή μέσα στη Βουλή. Και δεν πρέπει να αφήσουμε τον Πρετεντέρη και τον Παπαχρήστο –τωνΝέων και του Mega– να το διαλύσουν, όπως τόσο πολύ προσπαθούν, σε αγαστή σύμπνοια με τον «Ιό» της «Εφημερίδας των Συντακτών» και την εθνομηδενιστική ηγεσία της Αυγής. Αν πρόκειται να δώσει αύριο τη θέση του σε κάτι καινούργιο, αυτό θα γίνει μέσα από την εξέλιξη του κινήματος μας και όχι τα διάφορα μνημονιακά και εθνομηδενιστικά χαλκεία.

Όπως λοιπόν ήδη τονίζαμε στο Άρδην και τη Ρήξη: «Στις ευρωεκλογές, ανάλογα με την πολιτική μας κατεύθυνση, ας στηρίξουμε υποψηφίους και σχήματα που, παρά τις αδυναμίες τους, μπορούν να συμβάλουν θετικά. Μπορούμε να ψηφίσουμε τους Ανεξάρτητους Έλληνες και τον Ζουράρι, μήπως και φέρει κάποιον ελληνικό αέρα στην αραχνιασμένη Ευρωβουλή – και όσοι ελπίζουν στη σωτηρία από την εγκατάλειψη του ευρώ μπορούν να ψηφίσουν φίλους μας, όπως η Βίκυ Φερτάκη στο κόμμα της Δραχμής, στο ΑΣΚΕ, ή ακόμα και το ΚΚΕ, ή τον Πισσία στους Οικολόγους Πράσινους. Και επειδή, παρά τα όσα έχουμε αναλύσει εξαντλητικά, υπάρχουν και αυτοί που επιμένουν να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, ας επιλέξουν στο ψηφοδέλτιό του κάποιες επιλογές που τουλάχιστον δεν είναι εθνομηδενιστικές – και όλοι τις γνωρίζουμε».

Ανακοίνωση Κίνησης Πολιτών ΑΡΔΗΝ για τις Αυτοδιοικητικές εκλογές της 18ης Μαΐου 2014

Αυτοδιοικητικές εκλογές της 18ης Μαΐου 2014:
τα πρώτα δείγματα γραφής ενός νέου πολιτικού αυτοδιοικητικού χώρου
Τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών της 18ης Μαΐου 2014 επιβεβαίωσαν σε γενικές γραμμές τις διαπιστώσεις που έχουμε κάνει την τελευταία περίοδο για την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της χώρας. Έχουμε υπογραμμίσει πως, παρότι υπάρχει ένα ισχυρό αντιμνημονιακό και αντιγερμανικό ρεύμα στην Ελλάδα, αυτό δεν μπορεί να μεταφραστεί άμεσα σε ένα γενικευμένο ρεύμα πολιτικής αλλαγής. Συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι τόσο η έντονη απόκλιση ανάμεσα στη γενική πολιτική αντίθεση και το τοπικό ρίζωμα των αντιμνημονιακών δυνάμεων και κομμάτων, όσο και ο τραγικός και ατελέσφορος διχασμός στο εσωτερικό του ίδιου του λαϊκού σώματος, ανάμεσα σε δυνάμεις που στρέφονται προς την παραδοσιακή αριστερά, και κυρίως τον ΣΥΡΙΖΑ, και άλλες οι οποίες φθάνουν ακόμα και να ενισχύουν ένα καταδιωκόμενο από τη δικαιοσύνη νεοναζιστικό μόρφωμα.
Όπως έχουμε καταδείξει, αυτό αποτελεί συνέπεια πρωτίστως της εγκατάλειψης του πατριωτισμού από τις κυρίαρχες μορφές της Αριστεράς, που φάνηκε για άλλη μια φορά ανάγλυφα τόσο στη στελέχωση του ευρωψηφοδελτίου του ΣΥΡΙΖΑ, όπου ο Μανώλης Γλέζος και ελάχιστοι άλλοι τοποθετήθηκαν για να σώσουν τα προσχήματα σε ένα κατ’ εξοχήν εθνομηδενιστικό ψηφοδέλτιο, όσο και στις περιπτώσεις υποψηφίων όπως εκείνη της Δυτικής Μακεδονίας ή της παρ’ ολίγον(!) συμμετοχής της Σαμπιχά Σουλεϊμάν στο ευρωψηφοδέλτιό του. Έτσι καθίσταται δυνατό να εμφανίζεται το ναζιστικό κόμμα ως εκφραστής του πατριωτισμού και να ψηφίζεται, όπως συνέβη στην Αθήνα, ακόμα και από ψηφοφόρους που επέλεγαν τη Δούρου στην Περιφέρεια Αττικής (!), ακραία έκφραση της σύγχυσης στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία.
Οι αντιμνημονιακές δυνάμεις, αντί να συμπήξουν ένα ενιαίο μέτωπο εθνικοαπελευθερωτικού, κοινωνικού και οικολογικού χαρακτήρα, είναι διασπασμένες, ενίοτε σε ανταγωνιστικές κατευθύνσεις, και εκπέμπουν απόλυτα συγκεχυμένα μηνύματα προς τον λαό. Ταυτόχρονα, όπως φάνηκε στη συντριπτική πλειοψηφία των δήμων (ακόμα και εκείνων της Αττικής), εκτός από την Αθήνα και την περιφέρεια Αττικής –όπου πρυτάνευσε μια γενική πολιτική λογική–, οι παραδοσιακές και στη μεγάλη πλειοψηφία τους «μνημονιακές» πολιτικές δυνάμεις εξακολουθούν να έχουν ισχυρή πρόσβαση στην κοινωνία και κάποτε να υπερτερούν συντριπτικά. Αυτό καταδεικνύει αδιαμφισβήτητα τη δεύτερη διαπίστωσή μας, ότι η ελληνική κοινωνία βρίσκεται ακόμα σε μια φάση συγκεχυμένης απόρριψης του μεταπολιτευτικού κατεστημένου χωρίς να έχει οικοδομήσει θεσμούς και δυνάμεις, ικανές να στηρίξουν μια πραγματική ανατροπή του κυρίαρχου μοντέλου. Είμαστε ακόμα στη φάση της απόρριψης (εξ ου και το φαινόμενο Χρυσή Αυγή) και όχι της οικοδόμησης μιας συνεκτικής οραματικής πρότασης γι’ αυτή την περιβόητη «νέα Ελλάδα», που τόσοι διεκδικούν φραστικά.
Ταυτόχρονα όμως –και αυτό είναι το αισιόδοξο μήνυμα– έχουν αρχίσει να συγκροτούνται κινήσεις και συσπειρώσεις μέσα στο ίδιο το λαϊκό σώμα που μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για κάτι αυθεντικά καινούργιο, οραματικά και πρακτικά. Έχουμε μιλήσει πολλές φορές για κινήσεις οργάνωσης συνεταιρισμών, ομάδων αλληλεγγύης ή ακόμα και μετακίνησης από τις μεγάλες πόλεις προς την ύπαιθρο, που έχουν καταγραφεί τα προηγούμενα χρόνια και ενισχύονται. Οι δημοτικές εκλογές αποτέλεσαν την ευκαιρία να αναδειχθούν και να ενισχυθούν αντίστοιχες κινήσεις και στο αυτοδιοικητικό επίπεδο. Σε όλη την Ελλάδα, συγκροτήθηκαν δημοτικές κινήσεις με μικρότερο ή υψηλότερο βαθμό συνοχής και πολιτικοποίησης.
Γι’ αυτό και εμείς, ως Άρδην, επιλέξαμε τόσο να προωθήσουμε κάποιες δημοτικές κινήσεις εκεί που μπορούσαμε να το πράξουμε, όσο και να στηρίξουμε ανάλογες πρωτοβουλίες σε όλη την Ελλάδα.
Στην Κομοτηνή, η αυτοδιοικητική κίνηση του «Σπάρτακου», παρ’ ότι υπέστη το απόλυτο μποϋκοτάζ του τουρκικού προξενείου, συγκέντρωσε περίπου 9,5% των ψήφων και, ενώ είχε μόλις έναν δημοτικό σύμβουλο, τώρα εξέλεξε 3 συμβούλους.
Στη Θεσσαλονίκη, η κίνηση νέων «Μένουμε Θεσσαλονίκη», όχι μόνο κατόρθωσε να επιβάλει για πρώτη φορά στη δημόσια συζήτηση το ζήτημα της φυγής των νέων ως κεντρικό διακύβευμα της περιόδου, αλλά και να εκλέξει, με την πρώτη της εμφάνιση, έναν δημοτικό σύμβουλο στην πόλη, συγκεντρώνοντας 3.000 ψήφους.
Στην Πάτρα, η αυτόνομη δημοτική κίνηση «Κοινοτικόν» πέτυχε επίσης να εκλέξει δημοτικό σύμβουλο στην πρώτη της εμφάνιση, σε ένα περιβάλλον ακραίας κομματικοποίησης και παραγοντισμού.
Στον δήμο Ξηρομέρου, της Δυτικής Ελλάδας, ο δημοτικός συνδυασμός «Συμπολιτεία Ξηρομεριτών», με προτάσεις που προσπάθησαν να ανατρέψουν το κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης (βλέπε λιμάνι Αστακού, τουριστικά μεγαθήρια από Άραβες επενδυτές και υπερεπέκταση των ιχθυοτροφείων), κατόρθωσε να συγκεντρώσει 11% των ψήφων και να εκλέξει δύο δημοτικούς συμβούλους.
Στον δήμο Βριλησσίων της Αττικής, ο συνδυασμός «Δράση για μια άλλη πόλη» συγκέντρωσε το 15,5% των ψήφων, εκλέγοντας τρεις δημοτικούς συμβούλους, αναδεικνυόμενος σε τρίτη αυτοδιοικητική δύναμη, παρά την αυτόνομη εκλογική κάθοδο των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά και σε πολλές άλλες περιπτώσεις (όπως στο Χαλάνδρι, στη Δάφνη-Υμηττό, τη Λάρισα, τις Αχαρνές, ακόμα τον Δήμο Αθηναίων) υπήρξε παρουσία και ενίσχυση αυτοδιοικητικών δυνάμεων που στηρίξαμε με τον ένα ή άλλο τρόπο, και προφανώς δεκάδες άλλες κινήσεις σε όλη την Ελλάδα.
Βεβαίως, όλα αυτά δεν έχουν προσλάβει ακόμα τέτοιες διαστάσεις, σε συνολικό εθνικό επίπεδο, ώστε να επιτρέπουν να συναγάγουμε το συμπέρασμα πως οι νέες πολιτικές δυνάμεις, που θέλουν να συνδυάσουν τον πατριωτισμό με την κοινωνική ευαισθησία, την οικολογία με την άμεση δημοκρατία και την πολιτιστική αναγέννηση του τόπου, έχουν ενισχυθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να μπορούν να σφραγίσουν τα αποτελέσματα των εκλογών. Αποτελούν ωστόσο μια θετική ένδειξη, ένα φωτεινό σημάδι και μια ενθάρρυνση για να συνεχίσουμε σε αυτή την κατεύθυνση. Έτσι ώστε, όχι μόνο μέσα από τη γενική ιδεολογική και πολιτική μας παρέμβαση, από τα «πάνω», αλλά και από την ίδια την κοινωνική βάση, «από τα κάτω», την αυτοδιοίκηση, τις τοπικές κοινωνίες, να αρχίσει να διαμορφώνεται ένας νέος πολιτικός πόλος στην πατρίδα μας. Και είμαστε βέβαιοι πως τα επόμενα χρόνια αυτός θα συγκροτηθεί, σε πείσμα όλων των αντίπαλων δυνάμεων, σε πείσμα της σύγχυσης, σε πείσμα ψευδών δήθεν εναλλακτικών λύσεων. Η συγκρότησή του αποτελεί προϋπόθεση για να αρθεί επί τέλους ο διχασμός ανάμεσα στην πατριωτική και την κοινωνική διάσταση του κινήματός μας, η οποία και μόνη μπορεί να αποφύγει νέες οδυνηρές περιπέτειες στη χώρα μας.
Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε πως απέναντι σε ένα νέο πιθανό αδιέξοδο στο οποίο μας οδηγεί άσφαλτα η παρούσα ηγεσία των «αντιμνημονιακών» δυνάμεων δεν καραδοκεί μόνο η Χρυσή Αυγή, αλλά και οι χρηματοδότες της, που είναι ακόμα πιο επικίνδυνοι. Και μην ξεχνάμε ποτέ πως ο Μαρινάκης στον Πειραιά και ο Μπέος στον Βόλο, που αποτελούν ένα ακόμα ηχηρό αρνητικό μήνυμα των εκλογών, δεν αποτελούν παρά την ορατή όψη ενός νέου παγόβουνου που αναδύεται. Εξάλλου στην Ιταλία ο Μπερλουσκόνι κυριάρχησε για δεκαετίες σχεδόν, μετά την κατάρρευση της ιταλικής χαβιαροαριστεράς, σε συνεργασία με τους νεοφασίστες του Φίνι και την Λέγκα του Βορρά.
 Κίνηση Πολιτών Άρδην

Η συμμαχία Εξαρχείων - Κολωνακίου αναθερμαίνεται

Μετά την αποχώρηση της ανανεωτικής τάσης του Κουβέλη από τον ΣΥΡΙΖΑ, πριν σχεδόν τέσσερα χρόνια (Ιούνιος 2010), φάνηκε ότι η σύμπραξη ανανεωτικής-εκσυγχρονιστικής (σχηματικά το Κολωνάκι) με τη ριζοσπαστική-κινηματική (σχηματικά τα Εξάρχεια) αριστερά είχε τελεσίδικα διαρραγεί. Η αριστερά του Κολωνακίου διέσχισε τότε τον Ρουβικώνα της και χάραξε πορεία για τη συγκυβέρνηση που υλοποιήθηκε δύο χρόνια μετά. Η εξαρχειώτικη αριστερά επένδυσε στον αντιμνημονιακό αγώνα και στη διασύνδεση με το παλαιό ΠΑΣΟΚ, που έφυγε από το καταρρέον ΠΑΣΟΚ του Γιωργάκη. Το γεγονός ότι δεν προέκυψε ένας αυθεντικός αντιμνημονιακός πολιτικός σχηματισμός μετά το κίνημα των Αγανακτισμένων, το 2011, είχε ως αποτέλεσμα να καρπωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ το μεγαλύτερο μέρος των αντιμνημονιακών ψήφων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2012 πήρε τη μερίδα του λέοντος των αγανακτισμένων παλαιοπασόκων, αυτούς στόχευε, άλλωστε, και ο Τσίπρας, στην προεκλογική περίοδο, όταν είχε μεταμφιεστεί σε κλώνο του Ανδρέα Παπανδρέου. Οι βουλευτές που προέρχονταν από το παλαιό ΠΑΣΟΚ εκλέχτηκαν με μεγάλη διαφορά ψήφων από αυτούς του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών (χαρακτηριστικά τα παραδείγματα των Κουρουμπλή, Σακοράφα, Μητρόπουλου κ.ά.), ενώ, από τους 71 βουλευτές που εξέλεξε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο αριθμός των πασοκογενών ήταν σημαντικός. Οι πασοκογενείς ίσως να πίστεψαν ότι με τη συμβολή που είχαν στο να ανέλθει το κόμμα από το 4% στο 26%, αν δεν έχαιραν ιδιαίτερης μεταχείρισης, τουλάχιστον θα ήταν ισότιμοι παίχτες. Διαψεύστηκαν πανηγυρικά, γιατί για ένα ισχυρό κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ, που προέρχεται από τον παλιό Συνασπισμό και από διάφορες συνιστώσες και ελέγχει τα τεκταινόμενα της Κουμουνδούρου, πιο μισητό ιδεολογικά, πολιτικά και αισθητικά από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ του Σημίτη και το παγκοσμιοποιητικό ΠΑΣΟΚ του Γιωργάκη ήταν το λαϊκό, πατριωτικό, παλαιό ΠΑΣΟΚ! Το ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, που πήγε στον ΣΥΡΙΖΑ.

Οι πασοκογενείς θα μπορούσαν να έχουν έναν ισότιμο ρόλο στον ΣΥΡΙΖΑ αν οι ψήφοι που έλαβαν στις εκλογές του 2012 μετατρέπονταν, έως έναν βαθμό, σε νέα μέλη που θα γράφονταν στον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά οι εγγραφές νέων μελών στο ΣΥΡΙΖΑ, απόρροια και της αναιμικής αντιπολιτευτικής στάσης του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν περιορισμένες (πάντα με βάση υπολογισμού τον εξαπλασιασμό του ποσοστού του). Και τα νέα μέλη που προσχώρησαν, πιο πολύ προέρχονταν από παλαιούς συνασπιστές που είχαν παροπλιστεί, ή πρώην αριστεριστές που είδαν στον ΣΥΡΙΖΑ μια ευκαιρία να επαναδραστηριοποιηθούν, παρά πρώην πασόκοι. Αυτοί στράφηκαν μάλλον προς τις υπάρχουσες τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ παρά προς τους πασοκογενείς.
Τα αποτελέσματα φάνηκαν στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ πέρυσι το καλοκαίρι, όπου έγινε πραγματική σφαγή των πασοκογενών, αφού στην Κεντρική Επιτροπή εκλέχτηκαν μόλις τρεις (Μητρόπουλος, Χρυσόγονος και Τεμπονέρας) στα 180 μέλη της ΚΕ και μάλιστα αρκετά χαμηλά στη λίστα των εκλεγμένων, όταν συνιστώσες, όπως για παράδειγμα η ΚΟΕ, κατόρθωσαν να εκλέξουν περισσότερους στην ΚΕ (η ΚΟΕ εξέλεξε πέντε). Στην Πολιτική Γραμματεία, με τα είκοσι ένα μέλη, οι πασοκογενείς κατόρθωσαν με δυσκολία να στείλουν έναν εκπρόσωπό τους (τον Μητρόπουλο). Το μήνυμα που έστειλε το συνέδριο στους πασοκογενείς ήταν ξεκάθαρο, θέλουμε τις ψήφους σας, αλλά όχι εσάς.

Τα όσα έγιναν πέρυσι το καλοκαίρι στο συνέδριο δεν είναι άσχετα με τα όσα διαδραματίζονται τον τελευταίο μήνα με το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο είναι λες και βγήκε από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, στα πρώτα βήματά του. Από τη μια έχει σημαντικό αριθμό στελεχών που βρίσκονται στον χώρο του Συνασπισμού επί δεκαετίες (Γολέμης, Καλύβης, Κυρίτσης, Λάσκος, Μηλιός Μπένος, Παπαδογιάννη, κ.ά.), μαζί με κάποια νεώτερα από τη νεολαία Συνασπισμού (Μπουρνούς, Σβίγκα κ.ά.). Από την άλλη, είναι οι προσθήκες με πολύ συγκεκριμένο στίγμα π.χ. Σια Αναγνωστοπούλου, από τις πιο συνεπείς φωνές υπεράσπισης των κάθε λογής σχεδίων Ανάν και γενικότερα των τουρκικών θέσεων, Κρίτωνας Αρσένης, πρώην εκλεκτός του ΓΑΠ, Στέλιος Κούλογλου, από το πλούσιο βιογραφικό του θυμίζουμε μόνο ότι ήταν στο ΔΣ της ΕΡΤ επί ΓΑΠ, Δημήτρης Χριστόπουλος, μεταγραφή από το επιτελείο του Καμίνη που στήριζε στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές και Αντώνης Κανάκης από το επιτελείο της Κατσέλη. Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτήν τη φάση είναι να ανοιχτεί στο εκσυγχρονισικό ΠΑΣΟΚ και στους πρώην συντρόφους του Κολωνακίου, που πήραν το 2010 άλλο δρόμο. Στρατηγική που θα γινόταν εμφαντικότερη αν προχωρούσε το φλερτ του Τσίπρα με πρόσωπα όπως ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, η Μυρσίνη Ζορμπά, αντιπρόεδρος παλαιότερα του ΟΠΕΚ, στον οποίο ήταν πρόεδρος ο σύζυγός της Αντώνης Λιάκος, και αρκετοί άλλοι που είχαν συνδεθεί πολύ στενά με το περιβάλλον Σημίτη και τώρα έχουν προσεγγίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και αποκλείστηκαν λόγω της αντίστασης του Λαφαζάνη. Η περίπτωση Σαμπιχά ανέστειλε προσωρινά το σχέδιο και εξανάγκασε τον Τσίπρα να βάλει στο ψηφοδέλτιο τον Μανώλη Γλέζο, αλλά μετά τις ευρωεκλογές είναι σίγουρο ότι η προσπάθεια θα συνεχιστεί.
Στην αναθέρμανση των σχέσεων Εξαρχείων-Κολωνακίου ρόλο παίζει η αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από τη συγκυβέρνηση και το ότι δεκάδες στελέχη της, που είχαν απορροφηθεί στον κρατικό μηχανισμό, σε διάφορες γενικές γραμματείες, αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. Με τα ποσοστά της ΔΗΜΑΡ να είναι εκεί γύρω από το όριο του 3% και αφού πια η εποχή των μνημονίων φτάνει στο τέλος της, για τον απλό λόγο ότι πέτυχαν όλα όσα ήθελαν να πετύχουν, αυτά τα στελέχη και πολλά άλλα, που παρείχαν πιο διακριτική στήριξη στη ΔΗΜΑΡ, σκέφτονται ότι έχει έρθει η στιγμή να προσεγγίσουν τους παλιούς συντρόφους τους. Και ανάλογες σκέψεις γίνονται εξάλλου και στην ίδια την ηγεσία της ΔΗΜΑΡ. Άλλωστε και ο ΣΥΡΙΖΑ το τελευταίο διάστημα έχει δώσει «δείγματα σοβαρότητας», τόσο με δηλώσεις σαν αυτές του Δραγασάκη, ότι η κρίση είναι δική μας και δεν μας την προκάλεσε η Γερμανία, ή με το νέο σχέδιο Ανάν που ετοιμάζεται στην Κύπρο, όπου επίσημα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πάρει θέση, ενώ η τάση της ΑΝΑΣΑ (ΑΚΟΑ, Εποχή, ΡΟΖΑ) δίνει λυσσώδη αγώνα υπέρ του νέου σχεδίου που φέρνουν εσπευσμένα οι Αμερικανοί. 

Η επαναπροσέγγιση Εξαρχείων–Κολωνακίου μετά τις ευρωεκλογές θα είναι ταχύτερη και οι πατριωτικές φωνές εντός του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της οργανωτικής τους αδυναμίας και της πολυδιάσπασής τους εντός του ΣΥΡΙΖΑ (πασοκογενείς, όσοι κινούνται γύρω από τον Λαφαζάνη και όσοι βρίσκονται πέριξ της ΚΟΕ), θα βρεθούν με την πλάτη στον τοίχο. Το κρίμα είναι ότι ο πατριωτικός δημοκρατικός χώρος, αν και συσπειρώνει ένα ποσοστό πολιτών πάνω από το 10%, δεν έχει έναν πολιτικό χώρο να τον εκπροσωπεί, ελπίζουμε όμως όχι για πολύ ακόμα.

Δημοτικές εκλογές: Αξιοποιώντας τα ρήγματα


Παραδόξως, ακόμα και αν το τοπίο της δημοτικής αυτοδιοίκησης απειλείται να μεταβληθεί σε «έρημη χώρα» από επί δεκαετιών κυριαρχία του «κράτους των κομμάτων» και της διαπλοκής «χαμηλής έντασης», αλλά και από τον καταστροφικό Καλλικράτη, είναι αλήθεια ότι ο θεσμός βρίσκεται πιο κοντά στις πραγματικότητες της σημερινής Ελλάδας.
Γι’ αυτό και οι προεκλογικοί συσχετισμοί που διαμορφώνονται ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης της 18/25ης Μαΐου 2014 καταγράφουν σε μεγάλο βαθμό την πραγματική πολιτική κατάσταση του τόπου:
- Κατ’ αρχάς, την αποσύνθεση του πολιτικού κατεστημένου και την κατάρρευση των πελατειακών δικτύων που διέθεταν τα άλλοτε κραταιά κόμματα. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι υποψήφιοι που στηρίζει το ΠΑΣΟΚ/Ελιά κρύβουν την πραγματική τους κομματική ταυτότητα, ενώ οι υποψήφιοι της Νέας Δημοκρατίας μεταμφιέζονται σε ανεξάρτητους.
- Ύστερα, τις «χαμηλές πτήσεις» του ΣΥΡΙΖΑ. Η αδυναμία του να συγκροτήσει συνεκτικά «ψηφοδέλτια νίκης» με σαφείς θέσεις και ιδεολογικο-πολιτικό προσανατολισμό, καταγράφεται στις χαμηλές επιδόσεις των υποψηφίων του σε όλη την Ελλάδα (ελάχιστοι προσβλέπουν πραγματικά στον 2ο γύρο) και επιβεβαιώνει αυτό που φαινόταν εξαρχής, από την πρώτη στιγμή της δημοσκοπικής του έκρηξης: Πέραν όλων των άλλων εξίσου καίριων προβλημάτων, ή μάλλον λόγω αυτών, αποτελεί έναν «εκλογικό γίγαντα» με πήλινα πόδια μέσα στην κοινωνία. Γι’ αυτό και οι δυνάμεις του στην τοπική αυτοδιοίκηση είναι ισχνές – σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε πριν την μεταπολίτευση που οι δήμοι ήταν το προνομιακό πεδίο μιας αριστεράς με πραγματικές ρίζες στα λαϊκά στρώματα.
- Το ίδιο σε μεγάλο βαθμό ισχύει και για τους Ανεξάρτητους Έλληνες, όπου οι δημοτικές εκλογές αποκαλύπτουν τις βαθύτερες αδυναμίες ενός σχηματισμού παραγόντων, χαλαρού, κατά το μάλλον ή ήττον προσωποπαγούς.
- Τέλος, τον γενικότερο πολυκερματισμό, που εκφράζει το «τέλος του παλιού κόσμου», την κατάρρευση των ιδεολογικό-πολιτικών στρατοπέδων αλλά και την αδυναμία συγκρότησης των νέων – φαινόμενα που έχουν ως αποτέλεσμα να βρισκόμαστε μπροστά σε αυτήν την απίστευτη προεκλογική βαβέλ.
Από την άλλη αυτό το αποσυνθετικό σκηνικό δημιουργεί ρήγματα και απελευθερώνει δυνάμεις – συνθήκες που επιτρέπουν σε χώρους σαν τον δικό μας να τολμήσει ένα ποιοτικό άλμα πραγματοποιώντας μια άλλης κλίμακας παρέμβαση. Η οποία, βέβαια, έχει ως κύριο εμπόδιο την μεθόδευση της κυβέρνησης να ελέγξει την κάθοδο των αδέσμευτων/ανεξάρτητων ομαδοποιήσεων μέσω των νόμων, και των εγκυκλίων που ορίζουν πολύ αυστηρές προϋποθέσεις καθόδου στις εκλογές.
Έτσι, αυτή τη στιγμή ο ευρύτερος χώρος που στηρίζει το Άρδην εκφράζεται με ψηφοδέλτια στην Κομοτηνή (Σπάρτακος), στη Θεσσαλονίκη (Μένουμε Θεσσαλονίκη) και την Πάτρα (Κοινοτικόν), ενώ ταυτόχρονα αρκετοί, μέλη και φίλοι του περιοδικού κατεβαίνουν ως υποψήφιοι δήμαρχοι (Ηλίας Γεωργαλής – Δήμος Ξηρόμερου, Γιάννης Τσούτσιας – Δήμος Βριλησσίων) ή δημοτικοί σύμβουλοι (Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης – “Κίνηση Ενεργών Πολιτών Καλαμαριάς”,Νικόλας Δημητριάδης – “Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου”, Αλέξανδρος Νάρης – “Νέα Λάρισα”, Κώστας Σαμάντης – “Πολίτες σε Κίνηση” Υμηττού-Δάφνης, Δημήτρης Παπαμιχαήλ – “Δυνάμεις της Κοινωνίας”, Δήμος Αθηναίων,Δημήτρης Γαλάνης – Συμπολιτεία Ξηρομεριτών, Ξηρόμερο). Παράλληλα δε, σε δεκάδες άλλους δήμους, υπάρχουν ομάδες και κινήσεις πολιτών που ξεφεύγουν από τα συνήθη κομματικά μαντριά και έχουν δημοκρατικό και πατριωτικό πρόσημο. Βεβαίως, αρκετοί από αυτούς έχουν μεγάλη εμπειρία από τον τοπικοαυτοδιοικητικό στίβο –ο Σπάρτακος διέθετε ήδη έναν δημοτικό σύμβουλο από τις προηγούμενες εκλογές, ενώ αυτή τηνφορά «χτυπάει» διψήφιο ποσοστό, ενώ οι Ηλίας Γεωργαλής, Γιάννης Τσούτσιας και Κώστας Σαμάντης μετρούν δεκαετίες ενασχόλησης με την τοπική αυτοδιοίκηση.
Οι παρεμβάσεις και το προφίλ των υποψηφίων κινείται λίγο ως πολύ στο ίδιο μήκος κύματος: Μάχη για τα κεντρικά ζητήματα που απασχολούν τις τοπικές κοινωνίες, σύνδεση των ζητημάτων της καθημερινότητας με τα μεγάλα ζητήματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία, σύγκρουση με το πολιτικό κατεστημένο, επιμονή σε ζητήματα ουσιαστικής δημοκρατίας, έμφαση στην ολική εναλλακτική πρόταση –και βέβαια ύφος που διεκδικεί την συνέχεια του ελληνικού κοινοτικού, αντιστασιακού ήθους.
Στην κορυφή των ζητημάτων, τίθεται εκ των πραγμάτων η γερμανική διείσδυση στην ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση – και βέβαια για τη Θράκη οι μεθοδεύσεις του τουρκικού προξενείου. Από εκεί και πέρα, το «Μένουμε Θεσσαλονίκη» συγκρούεται με τον «Μπουταρισμό», την πιο εξτρεμιστική εκδοχή της ελληνικής εθελοδουλίας, και θέτει το ζήτημα του ξεριζωμού των νέων γενεών από τη χώρα. Το «Κοινοτικόν» της Πάτρας πραγματοποιεί μια κάθετη σύγκρουση με τα… μακραίωνα πελατειακά δίκτυα της Αχαΐας, ενώ στην Αθήνα, ο αγώνας περνάει μέσα από την υπεράσπιση της γειτονιάς ως κύτταρου (άμεσης) δημοκρατίας, πολιτισμού και ως προπύργιο για την τσακισμένη κοινωνική συνοχή.
Αναμένοντας τα αποτελέσματα, σκεφτόμαστε ότι οι συνθήκες που προέκυψαν σε αυτές τις δημοτικές εκλογές δίνουν για πρώτη φορά την δυνατότητα για μια «καλειδοσκοπική», έστω στοιχειώδη, αλλά πρωτοποριακή εμφάνιση ενός αντιστασιακού πόλου. Μένει να το δούμε εάν αυτή η υπόθεση εργασίας θα επιβεβαιωθεί και στις κάλπες…

Ευρωεκλογές 2014: Να φέρουμε τα… κάτω-πάνω !!

Εκλογές αδιεξόδου και παρακμής – υποσχέσεις μιας μελλοντικής ανάτασης
Τέσσερα χρόνια μετά το… Καστελόριζο, τα βάσανα και οι απογοητεύσεις του ελληνικού λαού δεν φαίνεται να έχουν πάρει τέλος. Τα μνημόνια έχουν λίγο πολύ ολοκληρώσει το στόχο τους, η ελληνική κοινωνία έχει μεταβληθεί σε κοινωνία ανισότητας, το κοινωνικό κράτος έχει αποδιαρθρωθεί ο παραγωγικός ιστός έχει διαλυθεί. Βαδίζουμε όντως σε μια μετα-μνημονιακή εποχή, ακριβώς γιατί οι στόχοι των μνημονίων έχουν εν πολλοίς επιτευχθεί: Ανεργία, εξαθλίωση, χτύπημα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, διαμόρφωση ενός οικονομικού μοντέλου στηριγμένου στον τουρισμό και στο βάθεμα της εξάρτησης – ξεπούλημα των τραπεζών, των ακτών, των λιμανιών, των δημόσιων επιχειρήσεων.... 

Η ιστορική καταισχύνη του Αντώνη Σαμαρά

Ο Σαμαράς κλυδωνίζεται. Η δεξιά έχει κομματιαστεί και η αμφισβήτηση ανεβαίνει από όλες τις πλευρές. Οι μητσοτακικοί για πρώτη φορά μετά από χρόνια ξαναδείχνουν τα δόντια τους, ενώ οι «συμμαχικές δυνάμεις» του Πασόκ συρρικνώνονται δραματικά. Ο Αντώνης έκανε τη βρώμικη δουλειά, συγκεντρώνοντας τις κατάρες εκατομμυρίων, και τώρα πλησιάζει η ώρα της ιστορικής του καταδίκης. Η «επιτυχία» του, δηλαδή η ολοκλήρωση –λίγο πολύ– των μνημονιακών στόχων, της «αλλαγής κατηγορίας» της Ελλάδας, που από την πρώτη κατηγορία, υποβαθμίστηκε στην κατηγορία αποικίας και θερέτρου των Βορειοευρωπαίων, φέρνει και πιο κοντά την απόσυρσή του, δίπλα στα λοιπά φθαρμένα υλικά του ΓΑΠ και του Βενιζέλου.
Το ότι αυτή δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί, συνδέεται με την έλλειψη εναλλακτικών προτάσεων στο εσωτερικό του συστήματος. Γι’ αυτό και ο Ψυχάρης ή ο Αλαφούζος συνεχίζουν να τον στηρίζουν, ποιώντας την ανάγκη φιλοτιμία. Αν όμως χάσει και τη στοιχειώδη νομιμοποίηση στις εκλογές, τότε θα υποχρεωθούν να κινητοποιήσουν πάραυτα τις όποιες ισχνές εναλλακτικές λύσεις διαθέτουν.
Η απαξίωση του Σαμαρά δεν είναι συνέπεια μιας αποφασιστικής στροφής της κοινωνίας προς τα αριστερά. Ο χώρος της «κεντροαριστεράς» –στον οποίο ανήκει στην πραγματικότητα και ο Σύριζα– συγκεντρώνει ανάλογα ποσοστά με ό,τι συγκέντρωνε σχεδόν σε όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, και στις αυτοδιοικητικές εκλογές δεν φαίνεται να έχει αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων. Η κατάρρευσή του οφείλεται λοιπόν στο ότι απεδείχθη δουλικός και πειθήνιος υπάλληλος της Μέρκελ και της τρόικας, καταστρέφοντας την ελληνική κοινωνία.
Ο Σαμαράς είχε την ευκαιρία στα τέλη του 2011, όταν κατέρρευσε ο ΓΑΠ, να μεταβληθεί σε έναν «αντιμνημονιακό» δεξιό ηγέτη με μεγάλη κοινωνική και εκλογική απήχηση. Αντ’ αυτού γονάτισε μπροστά στα ξένα αφεντικά και τους τραπεζίτες. Και όλα όσα ακολούθησαν ήταν μοιραία και αναπόφευκτα. Γι’ αυτό και το τέλος του, που πλησιάζει, θα είναι εκείνο της στυμμένης λεμονόκουπας.
Στην Ουγγαρία πριν από έναν μήνα έγιναν βουλευτικές εκλογές. Και το δεξιό κόμμα του Όρμπαν τις ξανακέρδισε με 48% των ψήφων. Το κόμμα του είναι δεξιό, αλλά έδιωξε το ΔΝΤ και τις ξένες τράπεζες από την Ουγγαρία. Ο Αντώνης Σαμαράς, αντίθετα, είναι η περιδεής έκφραση μιας αστικής τάξης και μιας ελίτ βαθύτατα εξαρτημένης και ξενόδουλης. Και δεν πέτυχε απολύτως τίποτε. Ακόμα και η παραμονή της Ελλάδας, ως αποικίας, στην Ευρωζώνη, για την οποία επαίρεται, είναι συνέπεια της γεωπολιτικής θέσης της χώρας και του ρόλου των Αμερικάνων και προπαντός των Κινέζων. Αυτός, πέτυχε μόνο την εκπτώχευση, την παραγωγική αποδιάρθρωση και την κοινωνική καταρράκωση της χώρας.

Κυκλοφόρησε το νέο φύλλο της εφημερίδας Ρήξη, Μάϊος 2014 (φ.104)


Σε εξέλιξη το σεμινάριο σύγχρονης ιστορίας ...


Πρόγραμμα συναντήσεων/θεματικών ενοτήτων (σε εξέλιξη)

  • Πέμπτη 8 Μαΐου, η δεκαετία 1964-1974, η άνθιση της τριετίας 1964-1967 και οι αγώνες στα χρόνια της Χούντας, ώρα έναρξης 19.00.
  • Πέμπτη 15 Μαΐου, 1974-1981, οι κοινωνικοί αγώνες στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, ώρα έναρξης 19.00.
  • Πέμπτη 29 Μαΐου, 1981-1993, ο εκπασοκισμός της κοινωνίας και το πραγματικό τέλος της μεταπολίτευσης, ώρα έναρξης 19.00.
  • Πέμπτη 6 Ιουνίου, 1993-2008, η κυριαρχία του εκσυγχρονισμού και οι ιδεολογικές διαμάχες με αυτόν, ώρα έναρξης 19.00.
  • Πέμπτη 12 Ιουνίου, 2008-σήμερα, τα χρόνια της κρίσης και οι εναλλακτικοί διέξοδοι από αυτήν, ώρα έναρξης 19.00.

Προβολή ντοκιμαντέρ